Λιούμπιτς, Ερνστ

Λιούμπιτς, Ερνστ
(Ernst Lubitsch, Βερολίνο 1892 – 1947). Γερμανός σκηνοθέτης και ηθοποιός του κινηματογράφου. Ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του σε ηλικία 19 ετών (1911), συμμετέχοντας στο Deutsches Theater του Μαξ Ράινχαρτ. Μέχρι το 1913 είχε ήδη πρωταγωνιστήσει σε πολλές κωμωδίες μικρού μήκους, δημιουργώντας έναν ιδιαίτερο τύπο κωμικού σκηνής, τον Εβραίο Μέγιερ, και επηρέασε πλήθος μελλοντικών κωμικών, όπως τους Γούντι Άλεν και Μελ Μπρουκς. Αφού είχε γυρίσει περίπου 40 ταινίες στην πατρίδα του, εγκαταστάθηκε στο Χόλιγουντ και σκηνοθέτησε μια σειρά ταινιών που τον καθιέρωσαν ως έναν από τους μεγαλύτερους πρωτοπόρους του κινηματογράφου. Γύρισε περισσότερα από 100 φιλμ και προτάθηκε εννέα φορές για Όσκαρ, χωρίς όμως ποτέ να βραβευθεί. Με το έργο του επηρέασε κορυφαίους σκηνοθέτες όπως τους Χίτσκοκ, Τριφό και Όρσον Γουέλς. Πέθανε στα γυρίσματα της παραγωγής με τίτλο That lady in ermine (1948) από καρδιακή προσβολή και το φιλμ ολοκλήρωσε ο Ότο Πρέμινγκερ. Ανάμεσα στις ταινίες του ξεχωρίζουν: Απαγορευμένος παράδεισος (1924), Η τελευταία εντολή (1928), Μόντε Κάρλο (1930), Εύθυμη χήρα (1934), Νινότσκα (1939) κ.ά.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Μανζού, Αντόλφ — (Adolphe Menjou, Πίτσμπουργκ 1890 – Μπέβερλι Χιλς, Καλιφόρνια 1963). Αμερικανός ηθοποιός του κινηματογράφου. Έγινε γνωστό αμέσως μετά τον A’ Παγκόσμιο πόλεμο, δημιουργώντας τον ρόλο του κομψότατου bon viveur, του τυχοδιώκτη υψηλής κλάσεως, με… …   Dictionary of Greek

  • Νέγκρι, Πόλα — (Pola Negri, Πρωσία 1894 Τέξας 1987). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο της Γερμανίδας ηθοποιού Μπάρμπαρα Απολόνια Σάλουπιεκ (Barbara Appolonia Chalupiec), που διακρίθηκε σε ταινίες του Χόλιγουντ κυρίως στην διάρκεια της δεκαετίας του 1920. Σπούδασε μπαλέτο …   Dictionary of Greek

  • Ντίτριχ, Μάρλεν — (Marlen Dietrich, Βερολίνο 1902 – Παρίσι 1992). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο της Γερμανίδας ηθοποιού του κινηματογράφου και του θεάτρου Μαρία Μαγκνταλένα φον Λος (Maria Magdalena von Losch). Φοίτησε στη δραματική σχολή του Μαξ Ράινχαρτ κι ύστερα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”